30.11.14

γουατεβερ

"Να μωρέ, εδώ, τρέξιμο πολύ. Εσύ πες πως τα πας..."

Μια πρόταση με ένα ζεστό χαμόγελο να τη συνοδεύει και ένα χειμαρρώδες κοκτέιλ λέξεων, αισθημάτων και ηλεκτρισμού γεμίζει, παραγεμίζει και ξεχειλίζει τα ποτήρια του καφέστοχέρι, τα χρωματιστά φλυτζάνια, τα μεγάλα ποτήρια βαρελίσιας μπύρας, τα μπουκάλια της βεργίνας, τα φαντεζί κολονάτα ποτηριά του κρασιού ή του κονιάκ, τα λιτα και απέριττα κρασοπότηρα ταβέρνας, τα σφηνάκια.

Ώπα, κάτσε. Περίμενε λίγο. Bρισκόμουν στην απομόνωση και τώρα που επέστρεψα έχω μερικές απορίες:
Σε ποιο απύθμενο λάκκο ήταν θαμμένες όλες αυτές οι λέξεις τόσο καιρό; -- ή μήπως δεν επικοινωνούμε πια μονάχα με λέξεις;
Που ήταν κρυμμένα τόσα παράπονα, τόσα προβλήματα, τόσες χαοτικές σκέψεις; -- ή μήπως και τώρα είναι κρυμμένα, για τους πολλούς και απλά πιστεύεις -ή, έστω, ελπίζεις- πως κάποιοι λίγοι μπορούν όντως να σε καταλάβουν;
Πάντοτε κολυμπούσαμε τόσο βαθιά στην ματαιότητα; --  ή μήπως είναι κι αυτό ένα επιφανειακό, ανούσιο "σημείο των καιρών" μας; 
Έχει κανείς ιδέα πότε άρχισαν οι εξ επαφής πυροβολισμοί στην μοναξιά και την απομόνωση; -- ή άρχισες να θες να μοιράζεσαι και να εξωτερικεύεις τα μέσα σου, πριν εκείνα σε κατασπαράξουν όπως γινόταν μέχρι τώρα με μαθηματική ακρίβεια;

"Δεν ξέρω ρε συ... Πάρ'το αλλιώς και χαμογέλασε στο τέλος. Σίγουρα όμως, δεν με κουράζεις και καλά κάνεις και μιλάς και μοιράζεσαι και επικοινωνείς -- δεν είσαι μόνος σου και όλοι άνθρωποι είμαστε -- θα εκπλαγείς για το πόσα μυαλά υπερφορτίζονται από τις ίδιες με τις δικές σου σκέψεις. Δεν θα πεθάνουμε εμείς. Δεν θα παραιτηθούμε εμείς. Κυρίως επειδή έχουμε ο ένας τον άλλον. Επειδή δεν ντρεπόμαστε να πούμε τα πράγματα με το όνομά τους. Επειδή είμαστε αληθινοί. 
Πάρε μια βαθιά ανάσα και βούτα μέσα στην φωτιά. Στην αρχή κάτι θα χάσεις, αλλά στο τέλος αυτό που θα έχεις κερδίσει θα σε αποζημιώσει. Μπορώ να έχω άλλη μια μπύρα, παρακαλώ;"

Και ο μπαμπάς της έφυγε από το σπίτι γιατί δεν άντεχε άλλο. Και εκείνος χώρισε και τώρα πονάει παρόλο που δεν ήθελε ποτέ να είναι αυτός που θα πονέσει. Και εκείνη δεν έχει πάπλωμα να σκεπαστεί και είναι πλέον Δεκέμβρης. Και η δουλειά του δεν πάει καθόλου καλά. Και στα 60 της της υπολείπονται 200 ένσημα για τη σύνταξη και δεν έχει κανέναν να της τα περάσει. Και τα χρήματα που κερδίζει εκείνος, δεν είναι αρκετά -- για κανέναν δεν είναι αρκετά. Και η σχέση της περνάει κρίση και στα 23 της νομίζει πως δεν είναι επιθυμητή. Και εκείνος είναι γεμάτος ανασφάλειες. Και εκείνη νομίζει πως φταίει για όλα. Και εκείνος είναι τόσο μπερδεμένος και δεν έχει ιδέα για το τι του γίνεται, γι'αυτό θα πάει για ψυχανάλυση. Και εκείνη δεν έχει δουλειά. Και εκείνος δεν έχει σπίτι. Και, και, και... ΣΤΟΠ.

Ξέρω πως θες να τα πεις όλα αυτά για να ξεσπάσεις, αλλά δεν έχω ιδέα γιατί τα λες σε μένα. Υποθέσεις μόνο μπορώ να κάνω: ίσως θες μια καθαρή ματιά, ίσως έχεις την εντύπωση πως όχι μόνο μπορώ να σε ακούσω αλλά και να σε καταλάβω ή ίσως βλέπεις στο πρόσωπό μου μια νίκη σε αυτό που προσπαθείς εσύ *τώρα* να νικήσεις.
Λυπάμαι.
Μπορώ να ακούσω, μπορώ να καταλάβω, αλλά δεν μπορώ να βοηθήσω περισσότερο. Ακόμα κι αν ξέρω "κάτι παραπάνω", αν βλέπω τη συνέχεια που, για να είμαι ειλικρινής, κάπως αχνοφαίνεται, δεν θέλω να σου το χαλάσω -- την ίδια συμπεριφορά είχαν κάποιοι, κάποτε, σε εμένα και τώρα μπορώ να το κατανοήσω.
Η εμπειρία δεν μεταδίδεται και το ταξίδι είναι απόλυτα μοναχικό και σκληρό. Μπορώ να σε πάρω μια αγκαλιά -- πραγματική ή νοητή. Μπορώ να σου δώσω κουράγιο, να σε βοηθήσω ίσως πρακτικά σε κάποια πράγματα και σίγουρα να σε παροτρύνω να αφήσεις πίσω σου τον οποιονδήποτε φόβο και να τολμήσεις. Το βίωμα όμως πρέπει να το... ζήσεις.
Ο καθένας έχει έναν δικό του δρόμο να χαράξει και να διανύσει μέχρι τέλους. Μπορεί οι πορείες να μοιάζουν στην ουσία τους, στην βάση τους, όμως οι μάχες που έχουν ως έπαθλο την Αρμονία και την Ισορροπία γίνονται αποκλειστικά σώμα με σώμα με τα τέρατά μας και δεν χωρούν άλλοι μέσα σε αυτές. Για το μόνο που μπορώ να σε διαβεβαιώσω είναι πως στο τέλος θα έχεις πεθάνει και θα έχει ξαναγεννηθεί, ίσως και περισσότερο από μία φορές -- έτσι πάει, γενικά. Εξέλιξη και αλλαγή, ακόμα κι αν είσαι από εκείνους που απεχθάνονται και αποφεύγουν τις αλλαγές.

"Τι να σου πω τώρα για εμένα...ναι, είμαι όντως καλά. Πέρασα πολύ δύσκολα, υπήρξαν άπειρες καταρρεύσεις που η τραγικότητά τους αυξανόταν με γεωμετρική πρόοδο, αλλά βουαλά! Επέζησα ρε! Δεν θα μπορούσε να γίνει αλλιώς από τη στιγμή που αποφάσισα να παλέψω πραγματικά" απαντάω στην προδιαγεγραμμένη ερώτησή σου.
Είτε απο δίψα για παραμύθια, είτε από τακτ, θα ρωτήσεις λεπτομέρειες και εγώ συναισθηματικά πλέον νεκρή και μέσα σε χαχανητά και θαυμαστικά. θα σου χαρίσω μια, διαφορετική κάθε φορά αλλά χιλιοειπωμένη όπως και να'χει, ιστορία:
"ε, να... ήταν εικοσιτρείς αυγούστου όπου κατέρρευσα στην κουζίνα. Εκείνη την ημέρα δούλευα απο το πρωί, στις εφτά. Μέχρι το απόγευμα έβγαινα κάθε τόσο, για περίπου ένα δεκάλεπτο, ξέσπαγα σε λυγμούς και μετά ξαναγυρνούσα πίσω. Ότι να'ναι γενικά! Αφού λοιπόν είχα ζήσει όλη μέρα την απόλυτη φρίκη εγκεφαλικά, ψυχολογικά αλλά και σωματικά -και αν και δεν επηρέαζα και ήμουν διακριτική με τους υπόλοιπους, εκείνοι ταυτόχρονα έδειχναν και μια πρωτοφανή κατανόηση, γιατί στην Άγονη Γραμμή, γνώριζαν τον λόγο της κατάρρευσής μου- το βράδυ όλα έγιναν πολύ χειρότερα! 
Μου ζήτησαν να φτιάξω μια σαλάτα. Την φτιάχνω. Την επιστρέφουν πίσω. Μου λένε πως η σαλάτα ήταν χωρίς κρεμμύδι. Εγώ απλά κλαίω γοερά μπροστά σε όλους. Δεν παραιτούμαι. Προσπαθώ να φτιάξω εκ νέου σαλάτα. Παίρνω τη ντομάτα να την κόψω. Χωρίς να το καταλάβω, την σφίγγω με τόση δύναμη που σχεδόν πολτοποιείται! Η αφεντικίνα βγαίνει έξω, φωνάζοντας βοήθεια. Εγώ συνεχίζω. Έρχονται και με τραβάνε την ώρα που ψιλοκόβω το αγγούρι, αλλά δεν φεύγω. Κλαίω. Οι φακοί επαφής πέφτουν στο πιάτο. Μπαίνει η άλλη η υπεύθυνη μέσα και στριγκλίζει να με πάρουν απο εκεί. Τελικά φεύγω μόνη μου. Πηγαίνω στο σπίτι όπου μέναμε όλοι μαζί και συναντώ τον Μπάι. Αρχίζω να ουρλιάζω για το νόημα. Τον ρωτάω επανειλλημένα ποιο είναι το νόημα και γιατί στην τελική τα κάνουμε όλα αυτά. Εκείνος μου απαντάει πως δεν μου μιλάει γιατί δεν θα έπρεπε να είμαι εκεί, αλλά επάνω, στην κουζίνα και να δουλεύω, όχι να λέω τέτοια πράγματα.  Στο τέλος, με πήρε ο ύπνος στον καναπέ, η κουζίνα έκλεισε 5 ώρες νωρίτερα και κάποιος διακοπάνθρωπος έφαγε τους φακούς μου με σάλτσα μπαλσάμικο και φλέικς παρμεζάνας! Αλλά όλα αυτά πέρασαν. Άντε, στην υγειά μας!"
Και τα ποτήρια ξεχειλίζουν και οι ιστορίες με χαμογελαστή αφήγηση δεν μοιάζουν τραγικές και οι τραγικές ιστορίες ανεξαρτήτως ύφους κάνουν τους άλλους να σκέφτονται πως οι ζωές τους δεν είναι και τόσο χάλια τελικά και οι χιλιοειπωμένες ιστορίες ξορκίζονται και κάθε φορά που μοιράζονται χάνουν λίγο από το φορτίο τους μέχρι να αποκτήσουν πουπουλένιο βάρος. Ξέρω σου λέω.

 Ήρθε ο καιρός των πράξεων, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει πως θα τσουγκρίζουμε για πάντα ποτήρια διάφορων σχημάτων και μεγεθών, ακόμα κι αν που και που μας λείπουν οι επίπεδες λέξεις μας. Είναι η εποχή που η ανθρωπιά βγαίνει από την κρυψώνα της και παίρνει τη μορφή αστρικής καταιγίδας -- και αυτό το έχουμε περισσότερο ανάγκη.
Νομίζω πως το βίωσα πολύ νωρίς και άγαρμπα, νιώθω πως έπιασα απροετοίμαστους τους γύρω μου αλλά μπορώ να δώσω πίσω όλα τα μεγάλα και τα σπουδαία που πήρα όταν τα είχα ανάγκη, σε εκείνους που τώρα έχουν ανάγκη.

Δεν θέλω άλλη φιλοσοφία. Άλλες συζητήσεις για το τι, το πως, το γκρι.
Δεν θέλω, γιατί δεν θέλω να πω κάτι περισσότερο.
Δεν θέλω, γιατί, για να πω την αλήθεια, τις αντοχές σου δεν τις γνωρίζω.
Από τότε που με θυμάμαι έψαχνα την ουσία των πραγμάτων, την βάση τους, τους συνδετικούς τους κρίκους και τώρα πια, στην ουσία τους, στην βάση τους, όλα μοιάζουν υπερβολικά ίδια και ο παρανομαστής είναι εκνευριστικά κοινός -- όλα τα έργα είναι σχεδόν ίδια, πια. Ηθοποιοί που κάθε φορά κάποιον άλλο σου θυμίζουν και πανομοιότυπα σενάρια με φινάλε που δεν κρύβουν καμία ανατροπή. Δυστυχώς.
Φοβάμαι μήπως φτάσεις στο ίδιο συμπέρασμα με εμένα. Φοβάμαι μήπως χάσεις τον ενθουσιασμό σου και το κάθε τι "καινούριο" και εσύ. Αγνοώ συγκεκριμένες σου λέξεις, αλλάζω θέμα συζήτησης, κάνω πως δεν καταλαβαίνω και εθελοτυφλώ σε συμπεριφορές σου γιατί ίσως σε αγαπώ περισσότερο απ'όσο νομίζεις.
Βλέπω ότι δεν έχεις φτάσει σε εκείνο το σταυροδρόμι της διαδρομής και χαίρομαι γι'αυτό. Ανακουφίζομαι.
Η ελπίδα του να κατανοήσει κάποιος εμένα, προ πολλού πετάχτηκε και πνίγηκε στον πιο απότομο γκρεμό -- και... είμαι ΟΚ με αυτό. Γουατέβερ.

Προχθές ήταν μια κουραστική μέρα αλλά και δύσκολη. Δύσκολη, γιατί -εκτός των άλλων- αρνούμαι να παίξω μουσική σκοτεινή και καταθλιπτική, παρόλο που κάποιοι επιμένουν πως "αυτό θέλει ο κόσμος". Μπορεί αυτό να θέλει ο κόσμος τώρα, αλλά εγώ δεν θέλω. Θέλω φως, θέλω χαρά, θέλω χορό πάνω στο παρκέ της αισιοδοξίας.
Φτάνει τόσο με τις καταθλίψεις.
Και μερικά ζευγάρια σηκώθηκαν από τις ντιζαινάτες καρέκλες τους και χόρεψαν το "I can't take my eyes off you" κι οι πιο ντροπαλοί κουνιόταν καθιστοί σύμφωνα με το ρυθμό και οι υπόλοιποι χαμογελούσαν και εγώ ένιωσα έναν κεραυνό χρυσόσκονης να χτυπά τον εγκέφαλό μου και ένα ζεστό κύμα να κατακλύζει το είναι μου. Ικανοποίηση.
Όχι άλλο σκοτάδι μωρέ.
Μετά την δουλειά, το "άι νιιιντ γιου μπέεειμπι" που ξεγλιστρούσε απο τα χείλη μου έκανε την κρούστα σιωπής των άδειων δρόμων της πόλης να ραγίζει. Φτάνοντας στο σπίτι η μυρωδιά του καινούριου μου χάρισε ένα γλυκόπικρο χαμόγελο και κοιμήθηκα αγκαλιάζοντας την απουσία σου. Δεν έχεις ιδέα -- ξέρω.

Τα τείχη έχουν μεταφερθεί λίγο πιο εκεί, αλλά (μάντεψε!) υπάρχουν και ίσως να είναι και υψηλότερα από ποτέ -- κι αυτό είναι ίσως που σε ξεγελά και σε κάνει να πιστεύεις πως η άγονη γραμμή με "μαλάκωσε".
Αν μετανιώνω για κάτι από όλη αυτή τη, κατά κάποιους περίεργη, διαδρομή είναι που, σε κάποιο πραγματικό ή νοητό τσούγκρισμα ποτηριών, σου επέτρεψα να κρυφοκοιτάξεις ανάμεσα απο αυτά τα τείχη, πίσω από τις άμυνες.

Είμαι όντως καλά, αλλά να... το ταξίδι είναι στη βάση του υπερβολικά μοναχικό και σκληρό, ξέρεις...


No comments: